Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2016

φάκελος ηρωίνη...


Η γλώσσα των αριθμών είναι αληθινή μεν, ψυχρή και αναίσθητη δε.
Οι στατιστικές μιλούν για ποσοστά τοξικομανών επί του πληθυσμού κάποιας πόλης ή κάποιας χώρας. Μιλούν επίσης και για ποσοστά θανάτων επί του πληθυσμού των τοξικομανών. 
Μόνο που αυτοί οι αριθμοί, οι οποίοι είναι, βεβαίως, σε άμεση συνάρτηση με κάποιους άλλους αριθμούς, που μας λένε ότι το εμπόριο ναρκωτικών είναι το δεύτερο πιο προσοδοφόρο στον κόσμο, μετά το εμπόριο όπλων, δεν μπορούν να μιλήσουν για τη δυστυχία  που σκορπάει η χρήση τοξικών ουσιών, στους εξαρτημένους και στις οικογένειές τους, ακόμα κι αν δεν σημειωθεί θάνατος, επηρεάζοντας καθολικά σε κοινωνικό, οικονομικό, ψυχολογικό και συναισθηματικό επίπεδο το άμεσο περιβάλλον του χρήστη. Κι επίσης, κανένας αριθμός και καμιά στατιστική δεν "θέλουν" να πουν ότι οι ίδιοι οι χρήστες και οι οικογένειές τους βγαίνουν εκτός πολιτικοκοινωνικού πεδίου δράσης κι ότι αυτό είναι κάτι εξαιρετικά βολικό για τους ταγούς του κόσμου...

Είναι γνωστό, βεβαίως, ότι, όπως είναι δομημένη η κοινωνία, δημιουργεί καταπακτές και στρόβιλους που καταπίνουν νεαρά πλάσματα.
Κι είναι επίσης γνωστό, ότι ούτε πρόληψη ούτε θεραπεία υπάρχουν σε ικανοποιητικό, έστω, βαθμό στη χώρα μας. Οι λίστες παραμένουν μεγάλες και οι χρήστες που θα ήθελαν να ενταχθούν, δεν αντέχουν την αναμονή και ξανακυλάνε στην παραίτηση.

Ως εισαγωγή γι αυτόν τον αρκετά ογκώδη "φάκελο" θα σας διηγηθώ μια αληθινή, από άκρου εις άκρον, ιστορία που μου διηγήθηκε πριν από αρκετά χρόνια μια μάνα τοξικομανούς νεαρού, κι η οποία έχει καταχωρηθεί στην ψυχή μου ως "μια μικρή ιστορία για έναν πόνο αφόρητο και μια ντροπή χωρίς αντίδοτο"
 (σ.σ.: οι επόμενες, θα είναι λογοτεχνικές απόπειρες, με φαντασίες και φριχτές αλήθειες)




Μια φορά κι έναν καιρό, λοιπόν, ήταν μια μάνα –και τώρα είναι πολλές τέτοιες- που στην απόγνωσή της να βρει τρόπο να πολεμήσει τον εφιάλτη που κατασπάραζε τη ζωή του παιδιού της και κατά συνέπεια  ολόκληρης της οικογένειάς της, αξιοποιούσε κάθε δυνατή ευκαιρία.

 «Ξέρω κάποιον γονιό από τη Θεσσαλονίκη που έστειλε το παιδί του σε μια θεραπευτική κοινότητα στην ……. . Το παιδί είναι πολύ καλά εδώ κι εννιά μήνες και είναι πολύ ευχαριστημένο», είπε μια φίλη που ήξερε την τραγωδία.

Η επαφή έγινε γρήγορα. Ο πατέρας χαρούμενος, σχεδόν ευτυχισμένος. Μιλούσε με περηφάνια και πολλή αγάπη για το παιδί του.

-          Ο μόνος που μπορεί να μεσολαβήσει είναι ο τάδε βουλευτής (σ.σ. ο εν λόγω διετέλεσε αρκετές φορές και υπουργός). Όμως, από τότε που μεταπήδησε σε άλλο κόμμα, επήλθε ρήξη στις μεταξύ μας σχέσεις. Μπορείς, ωστόσο, να τηλεφωνήσεις στον τάδε, που είναι κουμπάρος μου και είναι πολύ έμπιστο πρόσωπο του βουλευτή και στέλεχος του πολιτικού γραφείου του.

Καθημερινά τα τηλεφωνήματα της μάνας στον κουμπάρο, ώσπου η πολυπόθητη συνομιλία επετεύχθη. Παράλληλα, όμως, η ταλαίπωρη ήρθε κι από μόνη της σ’ επαφή με την κοινότητα από όπου ναι μεν τη βεβαίωναν ότι καταγράφουν τα στοιχεία του παιδιού και το αίτημά του να ενταχθεί στην κοινότητα, «αλλά είναι πολύ δύσκολο να ικανοποιηθεί, γιατί ήδη η χώρα μας έχει πολύ έντονο πρόβλημα και βέβαια έχουν προτεραιότητα τα δικά της παιδιά». Από Ελληνόπαιδα έπαιρναν μόνο μερικά άτομα, 2 ή 4 για κάθε περίοδο.

-          «Θα μιλήσω, στον βουλευτή»,  είπε ο κουμπάρος, ένας σοβαρός και τυπικός άνθρωπος. «Μη μου λέτε το πρόβλημα, το γνωρίζω. Θα του μιλήσω μόλις επιστρέψει από το εξωτερικό όπου βρίσκεται για ένα συνέδριο».

Τα τηλεφωνήματα καθημερινά, πάλι, στον κουμπάρο από την ώρα που επέστρεψε  ο βουλευτής στα πάτρια:
- Του μιλήσατε;
- Δυστυχώς ήταν απασχολημένος. Δεν τον συνάντησα ακόμη, κλπ.

Εν τω μεταξύ, κάθε τόσο κι ένα τηλεφώνημα στην ξένη και φίλη χώρα: - «Το παιδί μου έκανε αίτηση για να ενταχθεί στην κοινότητά σας. Ακόμη δεν λάβαμε τα έντυπα που πρέπει να συμπληρώσει και να σας αποστείλει».

Παράλληλα, ετοιμάζει τα πάντα: διαβατήριο για το παιδί, βρίσκει φίλους που θα τη φιλοξενήσουν μαζί με το παιδί της το διάστημα που θα μεσολαβήσει μέχρι να μπει στην κοινότητα, ανακοινώνει στη δουλειά της ότι μπορεί να λείψει ξαφνικά για διάστημα μεγαλύτερο από όσο η ετήσια άδειά της, βρίσκει τρόπο να τακτοποιήσει το οικονομικό ζήτημα.

Και το παιδί να καταρρέει μέρα με τη μέρα.

- Θα πάμε παιδάκι μου;  -Ναι μάνα δεν αντέχω άλλο                              
- Θα πάμε παιδάκι μου;  -Α παράτα μας ρε μάνα.
- Θα πάμε παιδάκι μου; -Μπιπ, μπιπ, μπιπ το τηλέφωνο…

Κάποτε μιλήθηκε ο βουλευτής. Υποσχέθηκε να μιλήσει στον πατέρα …  που προϊστατο της κοινότητας.
- Σας παρακαλώ γρήγορα. Το παιδί μου πεθαίνει, φοβάμαι, δεν θα προλάβουμε, πίεζε η μάνα.

Κι ο καιρός περνούσε.
Καθημερινά τα τηλεφωνήματα στον ευτυχισμένο πατέρα: «Σε πόσον καιρό πήραν το παιδί σου από τότε που  μίλησε ο βουλευτής;»   - «Σε ενάμιση μήνα. Μην ανησυχείς, θα το δεχτούν και το δικό σου».

Οι μέρες περνούν, 10, 20… Έγινε πλούσιος ο ΟΤΕ. Ευγενικοί οι συνομιλητές της την ανέχονταν κατανοώντας την κατάστασή της. Ο ένας είχε άλλωστε πρόσφατα συμβάντα ανάλογα με αυτά που διέλυαν εκείνη.

Ήταν Σάββατο βράδυ, γύρω στις 9.30, ίσως λίγο παραπάνω. – "Καλησπέρα κόρη μου", η ευγενική φωνή με την έντονα ξενική προφορά, στο τηλέφωνο. "Είμαι ο πατέρας …  Μην ανησυχείς κόρη μου, θα μιλήσω στο διοικητικό συμβούλιο, και μέχρι το τέλος της εβδομάδας θα επικοινωνήσουν μαζί σου από την κοινότητα. Να έχεις πίστην στον Θεόν κόρη μου. Προσεύχομαι για σένα".

 Χριστέ μου, Χριστέ μου, Χριστέ μου, άρχισε να χορεύει γελώντας ολομόναχη στο σπίτι. Η μάνα της και η φίλη που μεσολάβησε γι αυτή την ευτυχία, έμαθαν αμέσως το υπέροχο νέο.
Την άλλη μέρα, πρωί - πρωί, τηλεφώνησε ο πατέρας της κόρης που επί εννέα και βάλε μήνες ήταν καλά στην πολυπόθητη κοινότητα απεξάρτησης, να μάθει νέα. Ήταν τόσο ευτυχισμένη που δεν την παραξένεψε η σύμπτωση (είχε πάνω από δύο εβδομάδες να επικοινωνήσει μαζί της κι εκείνη τον είχε αφήσει ήσυχο, μια και συνομιλούσε πλέον με τον κουμπάρο και το βουλευτή).
- Να είσαι καλά, θα σου είμαι πάντοτε ευγνώμων, και του εξέθεσε τα του τηλεφωνήματος.

Αμέσως μετά τηλεφώνησε στον κουμπάρο: - Χίλια ευχαριστώ, τίποτα δεν μπορεί να ξεπληρώσει το καλό που κάνατε.
-   Μη με ευχαριστείτε. Μόνο για το βουλευτή να πείτε κάτι, μια καλή κουβέντα…

Ένα καλάθι με λουλούδια, με μια καρτούλα που θα δηλώνει την παντοτινή μου ευγνωμοσύνη θα του στείλω, είπε μέσα της, μη σκεπτόμενη ότι ο κουμπάρος θα επιθυμούσε μια πιο… δημόσια ευγνωμοσύνη.

Η εβδομάδα που ακολούθησε, μια αρρώστια. Πέρασε κάποτε ωστόσο. Κόντευε να περάσει κι επόμενη…
Είχε κρατήσει τον αριθμό της μητρόπολης, απ’ όπου τηλεφώνησε ο δέσποτας.
Άρχισε να τηλεφωνεί καθημερινά. Ο δέσποτας ή έλειπε ή ήταν απασχολημένος.

Από την κοινότητα, η συγκρατημένη δυσφορία με την οποία δέχονταν ως τότε τα τηλεφωνήματά της, μετατράπηκε πια σε  αγένεια, όταν τύχαινε να την παραπέμψουν στον υπεύθυνο ψυχολόγο.
-Πεθαίνει το παιδί μου, σας ικετεύω βοηθήστε το. Δεν σας μίλησε για μας ο πατέρας…
Μικρή σιωπή, δηλωτική μικρής αναστάτωσης: - Συνομιλήσατε με τον δέσποτα;
-          Ναι, μου τηλεφώνησε προ ημερών ο ίδιος.
-          Πάρτε πάλι αύριο την ίδια ώρα παρακαλώ.

Συνεπής και καιόμενη το έκανε φυσικά.
-          Ακούστε κυρία μου, αν υπάρξει ποτέ δυνατότητα να πάρουμε εδώ το παιδί σας, θα σας ειδοποιήσουμε εμείς.
-          Σας παρακαλώ, το χάνω το παιδί μου.
-          Αφήνετε τα παιδιά σας να πεθαίνουν και μετά ζητάτε από μας να τα σώσουμε. Αντίο σας.

Σιγά να μη το βάλει κάτω η μάνα. Ο καημένος ο βουλευτής μαρτύρησε να χτυπάει μια φορά τη μέρα, και δυο καμιά φορά, το τηλέφωνό του. Πρώτα στο γραφείο του και μετά το κινητό, κι ας ήταν Σάββατο κι ας ήταν Κυριακή. Ευγενικός, δεν δυσφόρησε ποτέ. Ζητούσε κάποιες φορές από τη γραμματέα του να καλέσει τον πατέρα… Πότε έλειπε, πότε ήταν σε συνέδριο, πότε μόναζε…
-          Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί δεν με παίρνει πίσω, αφήνω κάθε φορά μήνυμα, στενοχωριόταν ο βουλευτής.

Κάποτε, ήταν απόγευμα  και γι αυτό ίσως το τηλέφωνο στην μητρόπολη το σήκωσε ένας άλλος κι όχι ο «γραμματέας» του δέσποτα: - Δεν μπορούμε να σας δώσουμε τον πατέρα… εδώ που τηλεφωνείτε είναι η κουζίνα…

Δεν ξανατηλεφώνησε πουθενά. Αν όλοι ή έστω ένας άνθρωπος από αυτούς μπόρεσε να κοροϊδέψει μια μάνα που βλέπει το παιδί της να χάνεται και μάλιστα με τόσο φριχτό τρόπο, και με τη ζωή ενός παιδιού απόλυτα δυστυχισμένου και βαριά άρρωστου, τότε ήταν μάταιο να ελπίζει στο φύραμά τους.

Το παιδί συνέχισε να πέφτει για λίγο ακόμα καιρό, αλλά λίγο πριν επέλθει και ο φυσικός θάνατος από μια πολύ σοβαρή σωματική ασθένεια, κατάφερε να κάνει το άλμα στη ζωή, χωρίς τη βοήθεια κανενός βουλευτή, κανενός κουμπάρου, παπά ή τραπεζοκόμου.

Εδώ και λίγα χρόνια, η ζωή επέστρεψε στον κόσμο αυτής της οικογένειας, κι η μάνα δεν κρατάει κακία σε κανέναν από κείνους. Όσους συμμετείχαν στη ντροπή εν πάση περιπτώσει.

Υ. Γ.  προς όλους τους βολεμένους κυβερνώντες και μη, και, κυρίως, προς ανίδεους για τις φρίκες που βιώνουν πολλοί συνάνθρωποί μας που δουλεύουν στο διπλανό γραφείο και στη διπλανή μηχανή και κατοικούν στη διπλανή πόρτα: Το να γίνει καλά μόνο του ένα πλάσμα που βουτήχτηκε στο δηλητήριο των ναρκωτικών, είναι εξαιρετικά σπάνιο φαινόμενο. Φροντίστε λοιπόν να δοθούν τα μέσα να το κάνουν,σε κείνους που θέλουν απεγνωσμένα να  σωθούν.