Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2016

Δύσκολο πράγμα να φτιάξεις μελομακάρονα


- Θέλεις να φτιάξουμε μελομακάρονα; Άνοιξα το βιβλίο με τις συνταγές και βρήκα μία" είπε η Λουκία στον αδερφό της, που καθόταν στον καναπέ και κοίταζε βαριεστημένα τα φωτάκια του χριστουγεννιάτικου δέντρου να αναβοσβήνουν ρυθμικά.

Ο Πέτρος κοίταξε την αδερφή του, εφτά χρονών κι αυτή αφού ήταν δίδυμοι, και παρ' όλο που ήθελε πάρα πολύ να φτιάξει μαζί της μελομακάρονα "μπα, άσε, θα κάνουμε χάλια και θα μας μαλώσει η μαμά" είπε μουτρωμένα.

- Θα προσέχουμε χαζούλη, την είδα εγώ τη μαμά πώς φτιάχνει τα γλυκά. Έλα, θα της κάνουμε και έκπληξη, αύριο είναι παραμονή Χριστουγέννων και η μαμά θα έρθει το βράδυ από τη δουλειά, πότε θα προλάβει να κάνει μελομακάρονα;

Δεν ήθελε και πολύ για να πειστεί ο Πέτρος κι έτρεξε μαζί με την αδερφή του στην κουζίνα για να βρουν τα υλικά για το πιο απαραίτητο χριστουγεννιάτικο γλυκό.

Η Λουκία, με ύφος περισπούδαστο, φόρεσε την ποδιά της μαμάς της που της ήταν λίγο μακριά, αλλά δεν πείραζε, και καλλίτερα μάλιστα, αφού η ποδιά σκέπαζε το παντελόνι της σχεδόν μέχρι τα παπούτσια κι έτσι το προφύλασσε από πιθανούς λεκέδες.
Μετά τράβηξε μια καρέκλα κοντά στα ντουλάπια και είπε στον Πέτρο να ανεβεί για να φτάσει τη ζάχαρη και το αλεύρι που θα χρειάζονταν. Εκείνη, έψαξε στο άλλο ντουλάπι και βρήκε το μίξερ με τη βαθιά γαβάθα του.

- Θέλω κι εγώ ποδιά, είπε ο Πέτρος κι ανακάτεψε ένα συρτάρι ώσπου βρήκε μία και τη φόρεσε.

Τι ωραίοι που ήταν. Δυο λιλιπούτειοι ζαχαροπλάστες. Μόνο τα ψηλά άσπρα σκουφιά τους έλειπαν.

 -  Λοιπόν, είπε η Λουκία και σήκωσε τα μανίκια της, θα ρίξω πρώτα το αλεύρι.
- Λουκία, της τράβηξε την ποδιά ο Πέτρος, ξέχασες να φέρεις το βιβλίο με τις συνταγές.
 - Α, δεν μου χρειάζεται, τα έμαθα απ' έξω. Άσε με τώρα...

 Παφ, έκανε το σακούλι με το αλεύρι μέσα στη γαβάθα και σκόρπισε ένα σύννεφο άσπρης σκόνης τριγύρω.

 - Δεν πειράζει, είπε η Λουκία, θα σκουπίσουμε μετά. 
Και τώρα, θα το ανακατέψω με το μίξερ...

Ωιμέ, τι ήταν αυτό; Το μίξερ άρχισε να ανακατεύει σαν τρελό το αλεύρι, κι εκείνο πετιόταν παντού, σ' όλη την κουζίνα. Τι ντουλάπια, τι πάτωμα, τι τραπέζι, όλα έγιναν κάτασπρα σαν τεράστιοι κουραμπιέδες.

 - Λουκία σταμάτα το μίξερ, σταμάτα το μίξερ, Λουκία σταμάτα το μίξερ, φώναζε τρελαμένος από το φόβο του ο Πέτρος, ενώ εκείνη κρατούσε το πρόσωπό της μέσα στις χούφτες της κι έλεγε το ίδιο τρομαγμένη : "Αχ τι να κάνω Παναγίτσα μου, αχ Παναγίτσα μου τι να κάνω τώρα;"

Εκείνη τη στιγμή άκουσαν το κουδούνι της πόρτας να χτυπάει επίμονα. Σταμάτησαν τις φωνές κι έμειναν να κοιτάζουν την πόρτα.

- Παιδιά, είστε μέσα; ανοίξτε, ο Βασίλης είμαι.

 Ήταν ο φοιτητής που έμενε δίπλα. Κάτι θα χρειαζόταν κι ήρθε να το ζητήσει.

Έτρεξαν κι οι δυο μαζί, σκοντάφτοντας ο ένας πάνω στον άλλο και γεμίζοντας πατημασιές το πασπαλισμένο με αλεύρι πάτωμα, κι άρπαξαν το πόμολο:  - Βασίλη σώσε μας, είπαν με μια φωνή οι δυο επίδοξοι ζαχαροπλάστες.

- Έλα Χριστέ και Παναγιά, είπε ο Βασίλης βλέποντάς τους κάτασπρους από πάνω μέχρι κάτω και μετά άρχισε να γελάει, να γελάει, μέχρι που τα μάτια του άρχισαν να τρέχουν δάκρυα.
Ξαφνικά όμως συνειδητοποίησε τον τρόμο των παιδιών, ακουγόταν και το μίξερ που συνέχιζε να δουλεύει σαν παλαβό σκορπίζοντας και τα τελευταία ίχνη από αλεύρι που υπήρχαν στη γαβάθα, και τους παραμέρισε για να μπει στην κουζίνα.

- Τι κάνατε εδώ μέσα μικρά τερατάκια; είπε πατώντας το κουμπάκι του μίξερ για να σταματήσει να χτυπιέται πάνω στα τοιχώματα της γαβάθας και να πάψει ο εκνευριστικός θόρυβος.
 - Θέλαμε να κάνουμε μελομακάρονα, είπε τρέμοντας ο Πέτρος, για να κάνουμε δώρο - έκπληξη στη μαμά...
 - Τι να σας πω, τέτοια έκπληξη, ούτε στο χειρότερο εφιάλτη της η καημένη.
 - Λοιπόν, τι ώρα είναι, αναρωτήθηκε ο Βασίλης και κοίταξε το ρολόι του. Χμ, έχουμε δυο ώρες καιρό μέχρι να έρθουν οι γονείς σας από το μαγαζί. Βιαστείτε, πρέπει να καθαρίσουμε εδώ γύρω. Και πριν από όλα, τρέξτε να πλυθείτε, γιατί έτσι που σας βλέπω αλευρωμένους σαν κουραμπιέδες με πόδια, δεν μπορώ να δουλέψω, μου ‘ρχονται συνέχεια γέλια.

 Μέχρι να πλύνουν χέρια και προσωπάκια οι δυο άτυχοι ζαχαροπλάστες, ο μεγάλος φίλος τους  βρήκε την ηλεκτρική σκούπα και άρχισε να ρουφάει  το αλεύρι που είχε πεταχτεί και φωλιάσει παντού μέσα στην κουζίνα. Αφού σκούπισε καλά - καλά, πήρε ένα υγρό πανί και καθάρισε ντουλάπια, τραπέζι, πάγκους, τα πάντα.
- Και τώρα σφουγγάρισμα, είπε κρατώντας τη σφουγγαρίστρα σαν μαέστρος. Οι δυο μικροί άτακτοι κοίταζαν έκθαμβοι πόσο γρήγορα και μεθοδικά έκανε τις δουλειές ο Βασίλης' "σαν τη μαμά", ψιθύρισε η Λουκία.
- Με κουτσομπολεύετε κιόλας; ρώτησε γελαστά ο Βασίλης. Όταν θα μένετε κι εσείς μόνοι σας όταν πάτε για σπουδές, όλο το νοικοκυριό σας μόνοι θα το κάνετε. Αλλά όχι και μελομακάρονα βρε παιδιά, είπε μη μπορώντας να συγκρατήσει πάλι τα γέλια του.

Όταν ακούστηκε το κλειδί στην πόρτα, η κουζίνα έλαμπε χωρίς ίχνος σκόνης από αλεύρι κι εκείνοι κάθονταν ήσυχα - ήσυχα και διάβαζαν από το βιβλίο με τις χριστουγεννιάτικες ιστορίες που τους είχε φέρει ο Βασίλης. Γι αυτό είχε έρθει άλλωστε' για να τους δώσει το δώρο του, αφού θα έφευγε το βράδυ για να πάει να κάνει Χριστούγεννα με την οικογένειά του.

- Αχ, να 'σαι καλά βρε αγόρι μου που τους κάνεις παρέα, του είπε η μαμά των μικρών, βλέπεις, η γιαγιά τους ήθελε να πάει για ψώνια σήμερα και τους άφησε μόνους τους. Μια χαρά είναι τα παιδάκια μου'  κι ούτε μια ζημιά, είπε κοιτώντας ικανοποιημένη τριγύρω.

- Ε, να πηγαίνω κι εγώ τώρα, γιατί θα χάσω το τρένο, είπε ο Βασίλης κι αφού ευχήθηκε σε όλους καλά Χριστούγεννα, κατευθύνθηκε προς την πόρτα όπου τον συνόδεψαν οι δυο μικροί.

- Σ' ευχαριστούμε πολύ, ψιθύρισαν μην ακούσουν η μαμά κι ο μπαμπάς, και για τα δυο δώρα που μας έκανες... και ναι ναι, ξέρουμε, ποτέ πια δεν θα μπερδευτούμε με δουλειές των μεγάλων και ποτέ με πράγματα που δεν ξέρουμε, "μπορεί ν' αποβούν επικίνδυνα" μιμήθηκαν με στόμφο  τη φωνή του Βασίλη, που τους είχε επαναλάβει μέχρι και δέκα φορές τα παραπάνω λόγια, όση ώρα καθάριζε την κουζίνα.

Τον φίλησαν κι έκλεισαν την πόρτα πίσω του.

- Λέω, αύριο που θα πούμε τα κάλαντα, με τα λεφτά που θα κερδίσουμε να αγοράσουμε ένα μεγάλο δώρο για τον Βασίλη, είπε η Λουκία κι ο Πέτρος συμφώνησε αμέσως.                             

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου